Diego Rivera, El Arsenal (Το οπλοστάσιο), 1928 Στο κέντρο ξεχωρίζει η Φρίντα Κάλο να μοιράζει όπλα στους εξεγερμένους |
(Εθνικό
Αυτόνομο Πανεπιστήμιο του Μεξικού, Πόλη του Μεξικού, Μεξικό)
Η κομψά ατημέλητη
μικροκαμωμένη φοιτήτρια με τα έντονα ινδιάνικα χαρακτηριστικά χτυπά δειλά τη
μισάνοιχτη πόρτα του γραφείου 607. Μην παίρνοντας απάντηση, αποφασίζει να μπει.
«Κύριε καθηγητά, μου είχατε πει να έρθω… για την
διπλωματική εργασία μου με θέμα τη Νουμάνσια [1].»
Ο αφηρημένος άνδρας πίσω
από το βαρυφορτωμένο γραφείο, πολιορκημένος από πάσης φύσης και μεγέθους
έγγραφα, αποφασίζει –ή καταφέρνει– επιτέλους να δώσει προσοχή στην κοπέλα.
«Α ναι, Χουάνα Βασκονσέλος
Σίλβα. Κάποια σχέση με τον… Χοσέ Βασκονσέλος[2];»
«...»
«Ας είναι, μικρή σημασία
έχει. Καθίστε να συζητήσουμε για το… Proyecto Numantino».
(Σε
ένα δωμάτιο αποικιακού κτιρίου που έχει μετατραπεί σε συγκρότημα ενοικιασμένων
διαμερισμάτων, Καρταχένα των Ινδιών, Κολομβία)
Το κινητό τηλέφωνο χτυπάει δυνοίωνα
και ανελέητα, καταστρέφοντας τη ραστώνη του τροπικού πρωινού, που πάντα προαναγγέλλει
μια αδυσώπητα καυτή μέρα. Ο ήχος κλήσης παραπέμπει στη Λάρα. Και τι δε θα έδινε
για να τον ξυπνήσει με φυσικό τρόπο η πληθωρική παρουσία της φλογερής μουλάτας...
Όχι και πολλά, με τον πενιχρό μισθό του υπαλλήλου του Πολιτιστικού Κέντρου
Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, αναλογίστηκε κυνικά.
Η γυναικεία φωνή ακούγεται
απεγνωσμένη, αλλά αξιοπρεπής και προσπαθώντας με τις τελευταίες δυνάμεις της να
ακουστεί και λίγο τρυφερή:
«Δυστυχώς απέτυχα αγάπη μου.
Ξέχνα με. Συνεχίζεις μόνος με το Προ...»
Η φωνή χάνεται κάτω από τον
χαρακτηριστικό υπόκωφο ήχο έκρηξης όλμου. Εύκολα όμως μπορεί να συμπληρώσει την
τελευταία φράση:
«Proyecto Numantino.»
(Μυστικές
φυλακές, κάπου στη ζούγκλα της Κεντρικής Αμερικής)
Το βασανιστήριο του
εικονικού πνιγμού φαίνεται στους περισσότερους αδαείς ακίνδυνο, αν όχι ανόητο.
Πάει να πει, πριν το δοκιμάσουν.
Δύο άνδρες τον βασανίζουν
επιμελώς. Ο μεγαλύτερος και βασικός πρωταγωνιστής είναι λευκός, βλογιοκομμένος,
με σαδιστική έκφραση. Καρικατούρα του λατινοαμερικάνου βασανιστή προηγούμενων
δεκαετιών. Ο νεότερος, απλός κομπάρσος, είναι μιγάς, ευγενική φυσιογνωμία,
δείχνει να συμμετέχει μόνο για τα προσχήματα της θέσης του.
«Μίλα κάθαρμα, τι στο
διάολο είναι το Proyecto
Numantino»;
«…»
«Προσέξτε, θα τον πνίξετε λοχία.»
«Της μάνας σου νιάνιαρο. Ξέρεις από πότε κάνω εγώ αυτή
τη δουλειά… Για να γίνετε εσείς οι άγριοι, άνθρωποι;»
«…»
(Φυλακές Υψίστης Ασφαλείας της Μελίγια,
Ισπανική Αφρική)
Αφού πέρασε τα δρακόντεια
μέτρα ασφαλείας και τις γραφειοκρατικές διατυπώσεις, οδηγήθηκε σε ένα μεγάλο
κελί που μοιάζει περισσότερο με γραφείο ανεπιθύμητου υπαλλήλου, στα άδυτα του
αρχείου δημόσιας υπηρεσίας. Στην άλλη άκρη του μεγάλου τραπεζιού που θυμίζει αίθουσα
στρατιωτικών επιχειρήσεων, βρίσκεται ένας ξερακιανός σαραντάρης άνδρας
βυθισμένος πίσω από ογκώδη βιβλία και μεγάλους χάρτες. Περιέργως, ο άκρως επικίνδυνος
–υποτίθεται– κρατούμενος δε φορά χειροπέδες και απλώς επιτηρείται διακριτικά από
ένα φρουρό.
«Κύριε... Έκις; [Χ στα
ισπανικά]. Είμαι η Τζόρντι... Ανταποκρίτρια της Hoy. Προσπαθούσα πολύ καιρό να εξασφαλίσω μια συνέντευξη μαζί σας. Έχω
τόσα να σας ρωτήσω...»
Ο άνδρας δε φαίνεται να
έχει αντιληφθεί την παρουσία της επισκέπτριας, ή υποκρίνεται πολύ καλά ότι δεν
την έχει πάρει χαμπάρι.
«Απάντησε, κτήνος!» Η
γνώριμη φωνή του δεσμοφύλακα τον ανακαλεί βάναυσα στην απελπιστική
πραγματικότητα του καταθλιπτικού κελιού.
Ενστικτωδώς, αντί να
σηκώσει το κεφάλι από το βιβλίο, όπως θα περίμενε κανείς, το κατεβάζει και προτάσσει
το βιβλίο σαν να θέλει να αμυνθεί. Το βλέμμα του πέφτει κάτω από το τραπέζι, και
αιχμαλωτίζεται πάνω στα κομψά γυναικεία πόδια μέσα στα δερμάτινα σανδάλια.
Το χοντρό μαύρο βιβλίο – ασπίδα
έχει για τίτλο ένα τοπωνύμιο με μεγάλα κόκκινα γράμματα: NUMANTIA [3].
Από κάτω με μικρότερα κίτρινα
γράμματα το όνομα του συγγραφέα: Δρ Ινιάκι Σαλαμαβέδα Βελάσκεθ.
Σημειώσεις:
[1] Νουμαντία λατινικά,
Νουμάνθια καστιλιάνικα, Νουμάνσια ισπανικά της Αμερικής.
[2] José Vasconcelos Calderón (1882-1959). Μεξικανός
διανοούμενος και πολιτικός με μεγάλη ιδεολογική επιρροή στη νεότερη κουλτούρα
του Μεξικού, εκπρόσωπος του κινήματος του «ιθαγενισμού» (indigenismo).
[3] Για την ιστορία της Νουμαντία βλ. Σχετικά με το ιστολόγιο.