Fernando González - Gerardo Hernández (Foto: Anabel Díaz) |
Μια
ιστορική, πολιτική και νομική ανάλυση, απαραίτητη για την κατανόηση της
πολυπλοκότητας μιας διαμάχης περισσότερων από ενενήντα χρόνων, αποτελεί το
βιβλίο «Ναυτική βάση του Γκουαντάναμο: Ηνωμένες Πολιτείες εναντίον Κούβας», του
εκδοτικού οίκου Ocean Sur, που παρουσιάστηκε την προηγούμενη Παρασκευή στο Διεθνές Ινστιτούτο
Διεθνών Σχέσεων (ISRI) στην Αβάνα.
Οι συνεισφορές τεσσάρων κουβανών συγγραφέων, υπεύθυνων για ισάριθμα δοκίμια,
στην σύγχρονη αξιολόγηση ενός θέματος νευραλγικού για την κατανόηση των σχέσεων
μεταξύ ΗΠΑ και Κούβας, συνθέτουν ένα έργο «υποχρεωτικής ανάγνωσης», σύμφωνα με
τα λόγια του Χεράρδο Ερνάντες, αντιπροέδρου του ISRI, ο οποίος παρουσίασε το
βιβλίο μαζί με τον Φερνάντο Γκονσάλες Γιορτ, αντιπρόεδρο του Κουβανικού
Ινστιτούτου Φιλίας των Λαών (ICAP), αμφότεροι ήρωες της
Δημοκρατίας της Κούβας.
Το
βιβλίο, πρόσθεσε ο Ερνάντες, προσφέρει μια εξήγηση ως προς το γιατί δεν
μπορούμε να μιλήσουμε για εξομάλυνση ανάμεσα στις δύο χώρες, ενόσω δεν
επιστρέφεται το παράνομα κατεχόμενο έδαφος. Υπογράμμισε επίσης ότι αυτό δεν
είναι ένα θέμα που έχει θέση στη δημόσια ατζέντα των ΗΠΑ, γι’ αυτό και κάλεσε
να συστρατευτούν στον αγώνα οι φίλοι λαοί με την Κούβα. «Η μεγαλύτερη αξία του
έργου είναι να είμαστε ικανοί να το μετατρέψουμε σε εργαλείο αγώνα».
Ο ερευνητής Ερνέστο Λίμια, συγγραφέας ενός εκ των δοκιμίων, υπέδειξε ότι η
μεγαλύτερη δύναμη του κειμένου βασίζεται στη νομική ανάλυση, με ευθύνη του
Χάρολντ Μπέρτοτ Τριάνα, ο οποίος από την πλευρά του υποστήριξε ότι η κατανόηση
ότι η ναυτική βάση είναι καρπός του ιμπεριαλισμού στην πιο βίαιη μορφή του,
είναι επίσης κατανόηση της ανάγκης οικοδόμησης μιας από-αποικιακής σκέψης στην
ανάλυση του Διεθνούς Δικαίου.
Ο δρ Ελιέρ Ραμίρες Κανιέδο, ο οποίος εμβαθύνει στο βιβλίο σχετικά με το
Σύμφωνο Σχέσεων του 1934, εξήγησε ότι η επιστροφή του παράνομα κατεχόμενου
εδάφους υπήρχε στην πολιτική βούληση των ανώτατων κουβανών ηγετών, από τις
αρχές της Επανάστασης, ακόμα και σε άλλους αγωνιστές προ του 1959, ενώ
παρακίνησε σε μια μεγαλύτερη κινητοποίηση της επαναστατικής κοινωνίας πολιτών
και μια κατανόηση σε διεθνές επίπεδο γύρω από τον αγώνα για την επιστροφή του.
Τέλος, ο Ρενέ Γκονσάλες Μπάριος, πρόεδρος του Ινστιτούτου Ιστορίας της
Κούβας, αναφέρθηκε στις οικολογικές επιπτώσεις του κόλπου του Γκουαντάναμο,
καθώς και στις επιπτώσεις για τις ανθρώπινες ζωές στον οικισμό Καϊμανέρα, όπου
έχουν καταγραφεί οι περισσότερες καρκινογόνες ασθένειες, ψυχολογικά τραύματα
και γαστρεντερικές παθήσεις στην Κούβα, εξαιτίας της μόλυνσης που προκαλεί η
βάση. Όπως τόνισε ο συγγραφέας του τελευταίου δοκιμίου του βιβλίου, ο ναυτικός
σταθμός έγινε, από τη δημιουργία του, το κατ’ εξοχήν εργαστήριο των
στρατιωτικών επιθέσεων των ΗΠΑ στην περιοχή.
Πηγή: Granma
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχολιάστε...