Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2017

Παρουσίαση του βιβλίου «Ναυτική βάση του Γκουαντάναμο: ΗΠΑ εναντίον Κούβας»

Fernando González - Gerardo Hernández (Foto: Anabel Díaz)

Μια ιστορική, πολιτική και νομική ανάλυση, απαραίτητη για την κατανόηση της πολυπλοκότητας μιας διαμάχης περισσότερων από ενενήντα χρόνων, αποτελεί το βιβλίο «Ναυτική βάση του Γκουαντάναμο: Ηνωμένες Πολιτείες εναντίον Κούβας», του εκδοτικού οίκου Ocean Sur, που παρουσιάστηκε την προηγούμενη Παρασκευή στο Διεθνές Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων (ISRI) στην Αβάνα.

Οι συνεισφορές τεσσάρων κουβανών συγγραφέων, υπεύθυνων για ισάριθμα δοκίμια, στην σύγχρονη αξιολόγηση ενός θέματος νευραλγικού για την κατανόηση των σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Κούβας, συνθέτουν ένα έργο «υποχρεωτικής ανάγνωσης», σύμφωνα με τα λόγια του Χεράρδο Ερνάντες, αντιπροέδρου του ISRI, ο οποίος παρουσίασε το βιβλίο μαζί με τον Φερνάντο Γκονσάλες Γιορτ, αντιπρόεδρο του Κουβανικού Ινστιτούτου Φιλίας των Λαών (ICAP), αμφότεροι ήρωες της Δημοκρατίας της Κούβας.

Το βιβλίο, πρόσθεσε ο Ερνάντες, προσφέρει μια εξήγηση ως προς το γιατί δεν μπορούμε να μιλήσουμε για εξομάλυνση ανάμεσα στις δύο χώρες, ενόσω δεν επιστρέφεται το παράνομα κατεχόμενο έδαφος. Υπογράμμισε επίσης ότι αυτό δεν είναι ένα θέμα που έχει θέση στη δημόσια ατζέντα των ΗΠΑ, γι’ αυτό και κάλεσε να συστρατευτούν στον αγώνα οι φίλοι λαοί με την Κούβα. «Η μεγαλύτερη αξία του έργου είναι να είμαστε ικανοί να το μετατρέψουμε σε εργαλείο αγώνα».

Ο ερευνητής Ερνέστο Λίμια, συγγραφέας ενός εκ των δοκιμίων, υπέδειξε ότι η μεγαλύτερη δύναμη του κειμένου βασίζεται στη νομική ανάλυση, με ευθύνη του Χάρολντ Μπέρτοτ Τριάνα, ο οποίος από την πλευρά του υποστήριξε ότι η κατανόηση ότι η ναυτική βάση είναι καρπός του ιμπεριαλισμού στην πιο βίαιη μορφή του, είναι επίσης κατανόηση της ανάγκης οικοδόμησης μιας από-αποικιακής σκέψης στην ανάλυση του Διεθνούς Δικαίου.

Ο δρ Ελιέρ Ραμίρες Κανιέδο, ο οποίος εμβαθύνει στο βιβλίο σχετικά με το Σύμφωνο Σχέσεων του 1934, εξήγησε ότι η επιστροφή του παράνομα κατεχόμενου εδάφους υπήρχε στην πολιτική βούληση των ανώτατων κουβανών ηγετών, από τις αρχές της Επανάστασης, ακόμα και σε άλλους αγωνιστές προ του 1959, ενώ παρακίνησε σε μια μεγαλύτερη κινητοποίηση της επαναστατικής κοινωνίας πολιτών και μια κατανόηση σε διεθνές επίπεδο γύρω από τον αγώνα για την επιστροφή του.

Τέλος, ο Ρενέ Γκονσάλες Μπάριος, πρόεδρος του Ινστιτούτου Ιστορίας της Κούβας, αναφέρθηκε στις οικολογικές επιπτώσεις του κόλπου του Γκουαντάναμο, καθώς και στις επιπτώσεις για τις ανθρώπινες ζωές στον οικισμό Καϊμανέρα, όπου έχουν καταγραφεί οι περισσότερες καρκινογόνες ασθένειες, ψυχολογικά τραύματα και γαστρεντερικές παθήσεις στην Κούβα, εξαιτίας της μόλυνσης που προκαλεί η βάση. Όπως τόνισε ο συγγραφέας του τελευταίου δοκιμίου του βιβλίου, ο ναυτικός σταθμός έγινε, από τη δημιουργία του, το κατ’ εξοχήν εργαστήριο των στρατιωτικών επιθέσεων των ΗΠΑ στην περιοχή.

Πηγή: Granma

Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2017

Φιντέλ: Δεν σκεφτήκαμε να εγκαταλείψουμε τη Σιέρα Μαέστρα ούτε όταν έμεινα με τρεις άνδρες και δύο τουφέκια!

Ο Αντάρτικος Στρατός δε θα εγκαταλείψει ποτέ τις θέσεις του στη Σιέρα Μαέστρα εκτός κι αν είναι για να προχωρήσει επί της εθνικής επικράτειας. Ο θάνατος ή η νίκη είναι η μοναδική εναλλακτική που αποδεχόμαστε. Χωρίς ελευθερία και χωρίς πατρίδα κανείς από μας δε θέλει τη ζωή. Η ιδέα να εγκαταλείψουμε τη Σιέρα Μαέστρα δεν μας έβαλε σε πειρασμό ούτε καν όταν έμεινα με τρεις άνδρες και δύο τουφέκια. Με αυτό το πνεύμα έχει σφυρηλατηθεί η συνείδηση των μαχητών μας. Έχουμε μάθει να πολεμούμε ενάντια στο αδύνατο. Εδώ θα πέσουν ένδοξα αν είναι απαραίτητο από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο αντάρτη. Η πατρίδα δεν εγκαταλείπεται για να σωθεί η ζωή. Ένα παράδειγμα αξίζει πάντα περισσότερο από έναν άνθρωπο. 

Το παραπάνω είναι αποσπάσμα από συνέντευξη του Φιντέλ σε βενεζουελάνους δημοσιογράφους, στις αρχές Ιούλη του 1958, όταν διεξαγόταν στη Σιέρα Μαέστρα η πιο κρίσιμη φάση του αγώνα των ανταρτών κατά του στρατού της τυραννίας του Μπατίστα. Ή όπως το είπε με δικά του λόγια: "Όταν 300 άνδρες νίκησαν 10.000".

Πηγή: La victoria estratégica (pp362-363), Oficina de Publicaciones de Consejo de Estado, 2010.

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2016

Η προφητεία του Φιντέλ



του Ricardo Alarcón de Quesada [1]

Γίνε πιστός μέχρι θανάτου, και θα σου δώσω το στεφάνι της ζωής
(Αποκάλυψη 2,10)

 «Πεθαίνει ο Φιντέλ». Με τρεις λέξεις κάλυπταν τα πρωτοσέλιδά τους οι εφημερίδες του Μπατίστα αναφέροντας την επίθεση στο στρατώνα Μονκάδα στις 26 Ιουλίου του 1953. Η είδηση, προφανώς πλαστή, ξεγύμνωνε, ταυτόχρονα, μια καθαρή απειλή. Όλοι σχεδόν οι επιτιθέμενοι που αιχμαλωτίστηκαν μετά τη μάχη δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ και σ’ αυτόν επιφυλασσόταν η ίδια τύχη που χάλασε μόνο από την γενναία διαγωγή ενός έντιμου αξιωματικού που προειδοποίησε τους στρατιώτες του: «Οι ιδέες δεν σκοτώνονται».

«Πεθαίνει ο Φιντέλ». Η φράση κατέλαβε εκ νέου τους μεγάλους τίτλους το Δεκέμβριο του 1956. Μόνο που τώρα δεν την έκρυβε η ανωνυμία αλλά ήταν καρπός μια επικοινωνιακής επιχείρησης μεγάλης σημασίας κατασκευασμένης από την United Press International (UPI), τότε ένα από τα βασικά όργανα του ισχυρού μηχανισμού προπαγάνδας του ιμπεριαλισμού. Για πάρα πολλούς, παντού, που δεν είχαν ακούσει να μιλάνε γι’ αυτόν, επρόκειτο για έναν άγνωστο νέο, τον οποίο μόλις ανακάλυπταν όταν τελείωνε η ζωή του. Η επινοημένη είδηση μετατράπηκε σε αποδεδειγμένη αλήθεια, επαναλαμβανόμενη ασταμάτητα από τα μέσα που εκείνη την εποχή δεν είχαν εναλλακτικά και ήταν απόλυτοι κυρίαρχοι της πληροφόρησης.  

Στην Κούβα, πριν εξήντα χρόνια, η αγωνία και η αβεβαιότητα εισέβαλαν στα σπίτια. Εκείνα τα Χριστούγεννα ήταν θλιβερά και πένθιμα. Τελείωσε το έτος, ήρθε ο Ιανουάριος και μεγάλο μέρος του επόμενου μήνα. Λίγο λίγο, με κόπο, μαθαινόταν η αλήθεια ανάμεσα στους παράνομους μαχητές. Ο Φιντέλ και μια χούφτα επιζώντων είχαν πετύχει να χωθούν στην Σιέρα Μαέστρα αντέχοντας πολλές μέρες πείνας, κρύου και βροχών και την καταδίωξη χιλιάδων στρατιωτών, βαριά οπλισμένων, εφοδιασμένων, εκπαιδευμένων και καθοδηγημένων από την ίδια Αυτοκρατορία που διέδιδε πανταχόθεν το ψέμα. Μέχρι το Φλεβάρη του 1957, ο Χέρμπερτ Μάθιους, σπάνιο δείγμα της δημοσιογραφίας των ΗΠΑ, του πήρε συνέντευξη για τους New York Times και αποκάλυψε με φωτογραφίες και λεπτομέρειες το ξέσπασμα της αντάρτικης εστίας. Εκεί στο βουνό ο επαναστατικός πυρήνας άρχιζε να αναπτύσσεται με την ενσωμάτωση των χωρικών και των μαχητών της πεδιάδας.

Έπρεπε να αντιμετωπίσουν επιπλέον την απομόνωση που ήθελε να τους επιβάλει η δικτατορία και στην οποία συντάχθηκαν, σχεδόν ανεξαίρετα, τα κόμματα και οι οργανώσεις μιας αντιπολίτευσης που κατέκριναν τόσο την Μονκάδα όσο και την Γκράνμα ως ανεύθυνες περιπέτειες καταδικασμένες σε αποτυχία. Ήταν αρκετά, ωστόσο, λίγο περισσότερα από δύο χρόνια για να μπει ο Επαναστατικός Στρατός νικηφόρος στην Αβάνα.

Είχε νικήσει όσους ήθελαν να τον σκοτώσουν. Αυτούς που ήθελαν να τον εξοντώσουν με βόμβες και αυτόματα όπλα και αυτούς που πάσχισαν να τον θάψουν στην δυσπιστία και τη λήθη. Έφτανε νικητής, αήττητος, απέναντι στο θάνατο, το δόγμα και το ψέμα. Αλλά το ήξερε και έτσι προειδοποίησε στην πρώτη ομιλία του στην απελευθερωμένη πρωτεύουσα, ότι από εδώ και πέρα τίποτα δεν θα ήταν εύκολο και θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν τα ίδια δαιμόνια.

Η ιστορία εκ νέου του έδωσε δίκιο. Για πάνω από μισό αιώνα η Επανάσταση υπό την καθοδήγησή του ήταν αναγκασμένη να αντιμετωπίσει μια ασταμάτητη επιθετικότητα στην οποία η Αυτοκρατορία βοήθησε όσο μπορούσε. Γνώστρια ότι ο Φιντέλ και ο λαός του ήταν ένα και το αυτό επέβαλε στους κουβανούς μια γενοκτονία που ακόμα διαρκεί, ενώ κατά του ηγέτη της Επανάστασης συνέλαβαν και σχεδίασαν εκατοντάδες απόπειρες. Ο Φιντέλ έπρεπε να αποφύγει περισσότερες απόπειρες δολοφονίας από οποιονδήποτε.

Οι εχθροί του, αυτοί που δεν ήταν ικανοί να τον σκοτώσουν ποτέ, δεν κουράστηκαν να αναγγέλλουν το θάνατό του και τα μέσα το διέδιδαν, ως γεγονός, κάθε φορά. Τόσο πολύ που ο ίδιος ο Φιντέλ σε κάποια περίσταση, χαμογελώντας, είπε ότι την ημέρα που θα πεθάνει πολλοί δεν θα το πιστέψουν.

Έτσι ήταν και θα είναι. Η προφητεία έγινε πραγματικότητα. Τώρα με τον Μαρτί, μας διαβεβαιώνει:

Ο στίχος μου θα ανθίσει κάτω απ’ το χορτάρι
Κι εγώ επίσης θα ανθίσω.


Πηγή: Cubadebate.cu

[1] Ο Ρικάρδο Αλαρκόν είναι κουβανός πολιτικός, πρώην Υπουργός Εξωτερικών και πρώην πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης της Κούβας.

Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2016

Ο Φιντέλ έκανε πράξη τον αλφαβητισμό του κουβανικού λαού (επέτειος 55 χρόνων)



Ο Φιντέλ στη γνωστή απολογία του «Η ιστορία θα με δικαιώσει», δεν περιορίστηκε να καταγγείλει τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά των επιτιθέμενων στους στρατώνες Μονκάδα και Κάρλος Μανουέλ ντε Σέσπεσες και την ανομία του καθεστώτος Μπατίστα, αλλά και δικαιολόγησε την ένοπλη δράση για να το ανατρέψει και παρουσίασε το επαναστατικό πολιτικό του πρόγραμμα.

Σ’ αυτό το πρόγραμμα ανέλυσε τα έξι βασικά προβλήματα του καταπιεσμένου λαού: το πρόβλημα της γης, το πρόβλημα της εκβιομηχάνισης, το πρόβλημα της στέγασης, το πρόβλημα της ανεργίας, το πρόβλημα της εκπαίδευσης και το πρόβλημα της υγείας του λαού, τα οποία λύθηκαν από την θριαμβευτική Επανάσταση.

Στην περίπτωση της εξάλειψης του αναλφαβητισμού, που επιτεύχθηκε σε ένα μόλις έτος, ήταν χάρη στην ευφυή ικανότητα του Φιντέλ να προωθήσει και να κινητοποιήσει νέους απ’ όλη τη χώρα για να εκπληρώσουν ένα τέτοιο μεγαλειώδες έργο, ακόμα και σε δυσπρόσιτες περιοχές βάζοντας σε κίνδυνο τις ζωές τους.

Αυτή η εκπληκτική αποστολή που επέτρεψε να ανακηρυχθεί η Κούβα έδαφος ελεύθερο από αναλφαβητισμό, στις 22 Δεκέμβρη του 1961, είχε ιστορική σημασία για τον κουβανικό λαό, δείχνοντας στον κόσμο τι είναι δυνατό να κάνει ένας λαός ενωμένος και σε επανάσταση.

Αυτό δείχνουν τα αποσπάσματα της ομιλίας του Φιντέλ στη συγκέντρωση στην Πλατεία της Επανάστασης Χοσέ Μαρτί, για να ανακηρύξει την Κούβα Έδαφος Ελεύθερο από Αναλφαβητισμό, στις 22 Δεκέμβρη του 1961:

Καμιά στιγμή περισσότερο σοβαρή και συγκινητική, καμιά περίσταση μεγαλύτερης χαράς, κανένα λεπτό δίκαιης περηφάνιας και δόξας, σαν αυτό στο οποίο τέσσερις και μισός αιώνες άγνοιας κατεδαφίστηκαν.

Όταν είπαμε ότι η Κούβα θα εξαφάνιζε τον αναλφαβητισμό μέσα σε διάστημα ενός μόλις έτους, κάτι τέτοιο φαινόταν μια τρομακτική δήλωση, φαινόταν αδύνατο. Οι εχθροί μας πιθανά χλεύασαν εκείνη την υπόσχεση, πιθανά γέλασαν μ’ εκείνο το στόχο που χάραξε ο λαός μας. Φαινόταν αδύνατο, γιατί ήταν πραγματικά δύσκολο να ολοκληρωθεί σε τόσο σύντομο διάστημα ένα παρόμοιο εγχείρημα. Και είναι αλήθεια! Ένα τέτοιο έργο ήταν αδύνατο, αλλά ήταν ένα έργο αδύνατο για ένα λαό που ζούσε υπό καταπίεση, θα ήταν ένα έργο αδύνατο για οποιονδήποτε λαού του κόσμου, εκτός αν αυτό το έργο το είχε βάλει στόχο ένας λαός σε επανάσταση. Μόνο ένας λαός σε επανάσταση θα ήταν ικανός να ξεδιπλώσει την προσπάθεια και την ενέργεια που απαιτούνταν για να φέρει σε πέρας τέτοιο γιγαντιαίο σκοπό.
 

Πηγή: Cubadebate.cu

Φωτό: Ο Φιντέλ χαιρετά τους αλφαβητιστές στη συγκέντρωση στην Πλατεία της Επανάστασης Χοσέ Μαρτί, για να διακηρύξει την Κούβα Έδαφος Ελεύθερο από Αναλφαβητισμό, στις 22 Δεκέμβρη 1961. Τον συνεδεύει νεαρή αλφαβητίστρια. Πηγή: Εφημερίδα Escambray, ιστοσελίδα Fidel Soldado de las Ideas.


Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2016

60 χρόνια από τη συνάντηση στο Cinco Palmas: "Με 7 τουφέκια θα κερδίσουμε τον πόλεμο!"


16 μόλις ημέρες μετά την απόβαση του πλοιαρίου Γκράνμα και 13 μετά την πανωλεθρία στο Αλεγρία ντε Πίο, η ιστορία ενώνει πάλι δύο μεγάλους: τον Πρώτο Κομαντάντε, Φιντέλ Κάστρο Ρους, και τον Ραούλ Κάστρο Ρους, κάτω από συνεχή πολιορκία του Φουλχένσιο Μπατίστα στις επαναστατικές δυνάμεις. Εκείνη η συνάντηση (18/12/1956) σημάδεψε τη συνέχιση του αγώνα για την εθνική απελευθέρωση της Κούβας.

"Στη ζωή μου είχα περπατήσει τόσο από τα ξημερώματα όταν ακόμα δεν ήμασταν αρκετά δυνατοί, γιατί  η πείνα μας είχε συντροφεύσει για αρκετές εβδομάδες και φτάσαμε ακριβώς εκεί στο Σίνκο Πάλμας."

Ήταν τα λόγια του Φιντέλ φτάνοντας στην ιδιοκτησία του Μόνγκο Πέρες.

Στο Σίνκο Πάλμας ξεκίνησε ένα από τα μεγαλύτερα οράματα της ιστορίας της Κούβας:


"Τελικά, τα μεσάνυχτα, καταλαβαίνουν να πλησιάζουν κάποιοι άνδρες. Κάτω από τους φοίνικες της φυτείας ζαχαροκάλαμου του Μόνγκο Πέρες, τα δύο αδέλφια αγκαλιάζονται με συγκίνηση, και προκύπτει ο ιστορικός διάλογος:

— Πόσα τουφέκια φέρνεις; — ρωτά ο Φιντέλ τον Ραούλ.
— Πέντε.
— Και δύο που έχω εγώ, επτά! Τώρα μάλιστα θα κερδίσουμε τον πόλεμο!"


(Pedro Álvarez Tabío: Ημερολόγιο Πολέμου I, Γραφείο Εκδόσεων Συμβουλίου του Κράτους, 2010).



19 χρόνια μετά, στην κεντρική εισήγησή του στο Πρώτο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κούβας, στις 17 Δεκέμβρη 1975, ο Φιντέλ θυμάται εκεινη τη συνάντηση:

"Με επτά όπλα ξανάρχισε η αντιπαράθεση στη Σιέρα Μαέστρα και μετά από δύο χρόνια ο στρατός της τυραννίας, υποθετικά ανίκητος, είχε εξουδετερωθεί και ο νικητής λαός κράδαινε τις 80 χιλιάδες όπλα που κάποτε είχαν βγει κατά του έθνους."

Πηγές κειμένου & φωτό: Cubadebate, Granma  
(Η φωτό από την εκδήλωση των 30 χρόνων από τη συνάντηση στο Cinco Palmas)